δίον

δίον
δέω 1
bind
pres part act masc voc sg (attic doric)
δέω 1
bind
pres part act neut nom/voc/acc sg (attic doric)
δίω
put to flight
pres part act masc voc sg
δίω
put to flight
pres part act neut nom/voc/acc sg
δίω
put to flight
imperf ind act 3rd pl (homeric ionic)
δίω
put to flight
imperf ind act 1st sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Δῖον — neut nom/voc/acc sg Δῖος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Δίον — I Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Πόλη της Πιερίας στους πρόποδες του Ολύμπου. Η πόλη πήρε την ονομασία της από το ιερό του Δία που βρισκόταν εκεί. Το Δ. ήταν ιερή πόλη για τους Μακεδόνες. Ο βασιλιάς τους Αρχέλαος είχε καθιερώσει αγώνες προς τιμήν… …   Dictionary of Greek

  • διόν — διά εἰμί sum pres part act masc voc sg διά εἰμί sum pres part act neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δῖον — δῖος heavenly masc acc sg δῖος heavenly neut nom/voc/acc sg δῖος heavenly masc/fem acc sg δῖος heavenly neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Πιερίας, νομός — Διοικητική διαίρεση της κεντρικής Μακεδονίας, αντίστοιχη περίπου προς την αρχαία Πιερία (ένα τμήμα της τελευταίας, ανατολικά του Αλιάκμονα, ανήκει στο νομό Ημαθίας). Στα Β ο νομός Π. συνορεύει με το νομό Ημαθίας, στα Δ με τους νομούς Ημαθίας και… …   Dictionary of Greek

  • ἀνίδιον — ἀνί̱διον , ἀνά ἰδέω know imperf ind act 3rd pl (doric) ἀνί̱διον , ἀνά ἰδέω know imperf ind act 1st sg (doric) ἀνί̱διον , ἀνά ἰδίω sweat imperf ind act 3rd pl ἀνί̱διον , ἀνά ἰδίω sweat imperf ind act 1st sg ἀνί̱διον , ἀνά ἰδίω sweat imperf ind act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἴδιον — ἴδιος one s own masc acc sg ἴδιος one s own neut nom/voc/acc sg ἴδιος one s own masc/fem acc sg ἴδιος one s own neut nom/voc/acc sg ἴ̱διον , ἰδέω know imperf ind act 3rd pl (doric) ἴ̱διον , ἰδέω know imperf ind act 1st sg (doric) ἴ̱διον , ἰδίω… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χλαίνα — Oνομάζεται και χλαίνη. X. σήμαινε, στην αρχαία ελληνική, μεγάλο τετράγωνο χειμωνιάτικο ένδυμα (ιμάτιο), που το φορούσαν χαλαρά πάνω από τον χιτώνα τους μονάχα οι άντρες, όπως φορούν σήμερα οι Έλληνες χωρικοί την κάπα. Στη νέα ελληνική, χ.… …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο, Αρχαιολογικό Δίου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Δίου ιδρύθηκε το 1983 κοντά στον αρχαιολογικό χώρο. Η περιήγησή σας στο μουσείο ξεκινά από το χώρο της αυλής. Στα δεξιά σας θα δείτε μια σειρά από μαρμάρινους βωμούς, που τοποθετούνταν πάνω από τους μακεδονικούς τάφους στη …   Dictionary of Greek

  • Дион (Греция) — У этого термина существуют и другие значения, см. Дион. Деревня Дион Δίον Страна ГрецияГреция …   Википедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”